- ερευνώμαι
- ερευνώμαι, ερευνήθηκα βλ. πίν. 61
Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.
Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.
ἐρευνῶμαι — ἐρευνάω seek pres subj mp 1st sg (attic epic ionic) ἐρευνάω seek pres ind mp 1st sg ἐρευνάω seek pres subj mp 1st sg (attic epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προζητώ — έω, Α 1. ζητώ κάτι προηγουμένως 2. παθ. προζητοῡμαι, έομαι ερευνώμαι από τους πρώτους … Dictionary of Greek
προπραγματεύομαι — Α [πραγματεύομαι] 1. γράφομαι ή δημοσιεύομαι από πριν 2. μνημονεύομαι ή εκτίθεμαι σε διήγηση προηγουμένως 3. ερευνώμαι από πριν … Dictionary of Greek
μελετώμαι — μελετώμαι, μελετήθηκα, μελετημένος βλ. πίν. 61 Σημειώσεις: μελετώμαι : η λόγια κλίση σε ώμαι συνηθίζεται περισσότερο για τις έννοιες → ερευνώμαι, εξετάζομαι, π.χ. μελετάται η κατασκευή υπόγειου σιδηροδρόμου … Τα ρήματα της νέας ελληνικής